Σε ποιόν να πω τον πόνο μου, αφού κανείς δεν με ακούει; Γιατί κανείς δεν με καταλαβαίνει;
Και κάπως μας τα φέρνει η ζωή και έρχονται στιγμές που αισθανόμαστε εγκλωβισμένοι, διχασμένοι μεταξύ επιλογών, πονεμένοι, αγχωμένοι, αποστασιοποιημένοι ή δυστυχισμένοι και κατακλυζόμαστε από αυτήν την έντονη ανάγκη να εκφράσουμε σε κάποιον άνθρωπο τη θέση μας, τα συναισθήματά μας.

Απλώς να βγούνε από μέσα μας. Και αυτό το χρειαζόμαστε διότι ενδόμυχα δεν θα νιώθουμε μόνοι σε αυτό που περνάμε ακριβώς επειδή εμείς έχουμε επιτρέψει στον άλλον να ξέρει το τι περνάμε. Και αν αυτός ο κάποιος γνωρίζει για την προσωπική μας ιστορία, είναι μια ξαλάφρωση, ένα αίσθημα ότι δεν είμαστε μόνοι.

Όμως, δυστυχώς, αυτός ο κάποιος, είτε ονομάζεται σύντροφος, είτε μητέρα, είτε φίλη, μπορεί να μη είναι σε θέση να μας καταλάβει, να μας ακούσει πραγματικά και ουσιαστικά.

Μπορεί να αντιπαρατεθεί με έναν δικό του μονόλογο απέναντι στον δικό μας, μπορεί να μην βλέπει τα πράγματα από τη δική μας οπτική γωνία και να τα προσεγγίζει με βάση τη δική του κοσμοθεωρία, ή μπορεί να μας κατακρίνει ή να υποτιμήσει το πόσο άβολα αισθανόμαστε αραδιάζοντας πολλά πρέπει, πρέπει να κάνεις αυτό, εγώ δεν θα το έκανα έτσι ή χαλάρωσε, τι είναι αυτά που παθαίνεις ή σκέφτεσαι;.

Λείπει αυτή η περιβόητη ενσυναίσθηση που κατά βάθος έχουμε εμείς ανάγκη να νιώσουμε. Άλλωστε η ενσυναίσθηση συνιστά γενικότερα το κλειδί για μια αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, διατηρώντας την εμπιστοσύνη και το σεβασμό σε κάθε είδους σχέση (ζευγάρι, οικογένεια, φιλία, συνάδελφοι).

Γιατί σε μένα;

Παίρνουμε το θάρρος, λοιπόν, να ξετυλίξουμε το κουβάρι των συναισθημάτων μας στον άλλον βρίσκοντας όμως μια πόρτα και κάνουμε ένα βήμα πίσω. Μπορεί να μετανιώνουμε το γεγονός ότι μπήκαμε σε αυτή τη διαδικασία και να νιώθουμε ακόμη πιο άσχημα. Μόνοι, μελαγχολικοί, δυσαρεστημένοι και σε αδιέξοδο. Μπορεί να αισθανόμαστε ότι είμαστε και διαφορετικοί από τους άλλους που δεν μας καταλαβαίνουν.

Γιατί σε μένα; Γιατί να το περνάω μόνος μου όλο αυτό; Αυτό το ερώτημα, το οποίο τείνουμε να διατυπώνουμε στον εαυτό μας όταν βιώνουμε εμπειρίες με έντονα συναισθήματα, είναι επί της ουσίας η δυσκολία μας να αποδεχτούμε μια καινούργια κατάσταση, μια νέα πραγματικότητα, και βέβαια η ανάγκη μας να την κατανοήσουμε. Να δώσουμε την απάντηση σε αυτό το βασανιστικό ‘γιατί’.

Τίποτα, όμως, στη ζωή δεν συμβαίνει για να φοβόμαστε, αλλά για να νοηματοδοτήσουμε ένα κομμάτι της ζωής μας.

Θυμηθείτε πως πολλές φορές δεν ζούμε τα όνειρά μας επειδή ζούμε τους φόβους μας. Σε στιγμές υπέρμετρου άγχους λόγω κάποιας σημαντικής απόφασης, κάποιου διλλήματος, μιας δυσκολίας να ξεπεράσουμε δυσάρεστες καταστάσεις (επερχόμενος χωρισμός, απώλεια, ψυχολογικό πρόβλημα), διχαζόμαστε μεταξύ του τι στάση να κρατήσουμε και πολλοί άνθρωποι κάνουν τελικώς συμβιβασμούς που δεν τους κάνουν ευτυχισμένους. Υιοθετούν δηλαδή μια συμπεριφορά ασφαλείας, φοβούμενοι να ρισκάρουν, να κάνουν την υπέρβαση.

Γιατί δεν βρίσκουμε την ανταπόκριση;

Το γιατί κάποιος δεν σε καταλαβαίνει, δεν σε ακούει προσεκτικά, δεν σέβεται τις ανησυχίες σου ή ακόμα και τις απορρίπτει παίζοντας με την συναισθηματική σου τράπουλα (πχ. Η μητέρα σου είναι άρρωστη, ξέρεις τι θα πάθει εάν μάθει ότι χωρίζεις, ή πως παραιτείσαι από το πανεπιστήμιο πετώντας όλη τη προσπάθεια του μπαμπά σου να σε σπουδάσει δουλεύοντας τόσο σκληρά;) πολλές φορές καταλαβαίνουμε γιατί ο άλλος δεν μπορεί να έρθει στη θέση μας αλλά όχι πάντοτε.

Γνωρίζουμε αυτός ο άλλος εάν είναι για παράδειγμα μια συντηρητική και “καθώς πρέπει” φυσιογνωμία, γνωρίζουμε τις αντιλήψεις του, το πώς σκέφτεται και το πώς συμπεριφέρεται,  περιμένοντας και εμείς τις αναμενόμενες αντιδράσεις.

Μη ξεχνάμε ότι δεν είναι λίγε οι φορές που ακόμη και δικοί μας άνθρωποι προβάλλουν συνειδητά και ασυνείδητα τις προσωπικές τους ανασφάλειες, φόβους και πεποιθήσεις.

Όσο μεγαλύτερη ενόραση έχουμε αποκτήσει ως προς το ψυχολογικό background και τις αδυναμίες του σημαντικού μας άλλου, τόσο λιγότερο μπορούμε να επηρεαζόμαστε, να παρασυρόμαστε, γιατί αυτό που μας λέει όταν μας ακούει μπορεί να αντανακλά δικά του πάθη.

Αυτό που ψάχνουμε είναι ένα έμπιστο και οικείο πρόσωπο, ακόμη και αν δεν πληρεί τις προϋποθέσεις  ενός αμερόληπτου, ενεργητικού ακροατή. Συνήθως, το καλύτερο είναι εάν για παράδειγμα διανύουμε μια δύσκολη περίοδο διαζυγίου, μια αμφιθυμική διάθεση κατά τις αρχές της μητρότητας, ή μια ειδική ψυχολογική κατάσταση όπως οι κρίσεις πανικού, η κατάθλιψη να μιλήσουμε σε κάποιον που έχει περάσει ή περνάει το ίδιο βίωμα. Μπορεί να νιώσουμε ταυτισμένοι, όμως δεν εξασφαλίζει απαραίτητα την ενσυναίσθηση που ζητάμε.

Όταν αρχίζει η αμφισβήτηση του εαυτού μας

Έπειτα της αποτυχημένης προσπάθειας να βρούμε ένα ψυχικό αντίκρισμα στον άλλον, να μας νιώσει, να κατανοήσει το πρόβλημά μας, η τροχιά της σκέψης δύναται να κάνει περίεργους ελιγμούς.

Σκεπτόμαστε το”κανείς δεν με προσέχει”, “κανείς δεν με νοιάζεται και δεν με καταλαβαίνει πραγματικά”, αναρωτιόμαστε ακόμη και αν μας αγαπάνε πραγματικά. Πέφτουμε ακόμη στην παγίδα να αναρωτηθούμε στον εαυτό μας ‘μήπως έχω εγώ το πρόβλημα, μήπως κάτι μου συμβαίνει που βλέπουν οι άλλοι και όχι εγώ;’. Αυτά τα ερωτηματικά αναπτύσσουν ένα αίσθημα μοναξιάς, αβοηθησίας, ανημποριάς και απελπισίας πολλές φορές. Είμαστε τόσο φορτισμένοι συναισθηματικά, που αρχίζει και φθίνει η λογική.

Όταν αυτές οι σκέψεις γίνονται χείμαρρος στο μυαλό μας και αδυνατούμε να σκεφτούμε πιο καθαρά, αρχίζει ένας κύκλος αμφισβήτησης του εαυτού μας.

Τι λάθος μπορεί να έχω κάνει;
Τα έχω κάνει τόσο χάλια στη ζωή μου;.

Μπορεί να αισθανθούμε αδικημένοι, και όταν ρίχνουμε τις ευθύνες στον εαυτό μας μπορεί να χάσουμε τον έλεγχο, και αυτό μας κλέβει τη λογική και τη θέληση να κάνουμε την υπέρβαση. Προβαίνουμε, συνεπώς, σε καταστροφικές σκέψεις που επιφέρουν μεγαλύτερη αρνητικότητα στην συναισθηματική κατάσταση που ήδη βιώνουμε.

Όλα αυτά, εξαρτώνται βέβαια από τον πόνο που κουβαλάει ο καθένας μέσα του. Άλλες προκλήσεις αναδύει μια μετανάστευση σε άλλη χώρα για βιοποριστικούς λόγους και άλλες μπορεί να έχουν μια μητέρα που θέλει να χωρίσει από τον άνδρα της αλλά έχει το δίλλημα των παιδιών. Όμως, όλες οι καταστάσεις είναι δύσκολες, ο καθένας τις βιώνει μοναδικά βασισμένος στις δυνάμεις του, τις ελλείψεις του, τις  ανάγκες του και το τραύμα που βιώνει δεν μπορεί να είναι συγκρίσιμο.

Μήπως, όμως είσαι τυχερός;

Περνάς δύσκολα και κανείς δεν είναι εκεί για εσένα. Είσαι εσύ και ο εαυτός σου. Δες, λοιπόν  την αλήθεια γυμνή. Ομολόγησε με ειλικρινή στάση το πρόβλημά σου στον εαυτό σου.

  • 1ο βήμα: Αναγνώριση και Αποδοχή
  • 2ο βήμα: Επεξεργασία
  • 3ο βήμα: Αλλαγή

Το ότι κανείς δεν μας καταλαβαίνει δεν σημαίνει ότι πρέπει να ρίχνουμε προσωπικές ευθύνες, τι λάθος κάνουμε, ή να υποτιμούμε το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και τον εαυτό μας. Η αμφισβήτηση του εαυτού μας δεν θα μας βοηθήσει. Θα φοβηθούμε περισσότερο το μετά και θα εμμένουμε σε ανασφάλειες έναντι της αλλαγής που θέλουμε να κάνουμε.

Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, επίσης, ότι δεν χρειαζόμαστε ανθρώπους που θα μας λένε πάντα αυτά που θέλουμε να ακούσουμε, ή θα λένε σε όλα ‘ναι’ και θα μας επιβραβεύουν.

Πέρα από το ότι πρέπει να ακούσουμε πρωτίστως τον εαυτό μας, αυτό που χρειαζόμαστε είναι η αυθεντικότητα στον άλλον που θα ανοίξουμε την καρδιά μας. Να μην προβάλλουν τις προσωπικές τους ανασφάλειες ή απωθημένα συναισθήματα αλλά να είναι ειλικρινείς και ανοιχτοί σε ένα διαφορετικό άκουσμα, σε εκείνο που μπορεί να απέχει πολύ μακριά από τα δικά τους δεδομένα, την δική τους αλήθεια.

Στις στιγμές που νιώθουμε χαμένοι και γειωμένοι σε μια πραγματικότητα που αισθανόμαστε ξαφνικά μόνοι, ίσως να είμαστε και τυχεροί. Ίσως να ευλογούμε αυτή τη συνειδητοποίηση, επαναπροσδιορίζοντας τους σημαντικούς μας άλλους.

Μέσα από τις δύσκολες στιγμές αποδεικνύεται ποιος έχει αξία ως συνοδοιπόρος στη ζωή μας και ποιος υπήρξε απλώς περαστικός. Αν και θα έλεγα ότι ο καθένας από εμάς είναι περαστικός από αυτή τη ζωή, οπότε θα ήταν καλό να επανασυνδεθούμε με τον εαυτό μας και να αναζητήσουμε τελικά τι είναι αυτό που αξίζει. Η γνώμη των άλλων είναι απλά η γνώμη των άλλων.

Οι προκλήσεις της ζωής μπορεί να μας κάνουν σοφότερους και έχουμε προσωπικό όφελος από αυτές και τις ευγνωμονούμε. Αυτή η μοναξιά που επέρχεται όταν κανείς δεν μας καταλαβαίνει, ναι μπορεί να είναι άβολη, μπορεί όμως να είναι και εποικοδομητική, δημιουργική.

Τι να κάνω στις στιγμές μοναξιάς μου;

Ας πάρουμε, λοιπόν, βαθιές ανάσες.

Ας επικεντρωθούμε στον εαυτό μας, όχι στους άλλους.

Ας κλείσουμε για λίγο τα μάτια και ας οραματιστούμε αυτό που θέλουμε να πραγματοποιήσουμε.

Ας νιώσουμε το σώμα μας να γίνεται ένα με το όραμά μας.

Να συνδεθούμε εγκεφαλικά και σωματικά με αυτό. Ας πάρουμε μια λευκή σελίδα και ας ξεκινήσουμε να καταγράφουμε το πρόβλημά μας με όλες τις παραμέτρους. Τις σκέψεις, τα συναισθήματά μας, τα διλλήματα μας, τις διαθέσιμες εναλλακτικές.

Ας σημειώσουμε ποιες είναι οι εκδοχές και οι επιλογές μας σχετικά με αυτό που μπορεί να είμαστε αναποφάσιστοι. Η γραφή είναι δημιουργική και προάγει την βαθύτερη κατανόηση του προβλήματός μας.

Ας δώσουμε λίγο χρόνο στον εαυτό μας. Αν κανείς δεν ήταν εκεί για να μοιραστούμε την ιστορία μας, μπορούμε να αποδράσουμε για λίγο από την ένταση με μια ευχάριστη δραστηριότητα, με μια βόλτα, με τη μουσική με οτιδήποτε μπορεί να εκτονώσει την πίεση που νιώθουμε. Αποσυμφωρίζοντας αυτό το βάρος, το μυαλό μπορεί να είναι πιο νηφάλιο και χαλαρό να σκεφτεί και να επεξεργαστεί με πιο θετικό τρόπο.

Το ότι ο άλλος δεν ήταν εκεί για να μας ακούσει, δεν μας κάνει αδύναμους ή ευάλωτους. Και έχουμε τη δύναμη να τα φέρουμε εις πέρας, απλώς πολλοί δυσκολεύονται διότι την εσωτερική τους δύναμη την έχουν αφήσει ακατέργαστη.

Κανείς δεν γεννιέται δυνατός. Η δύναμη γεννιέται από την αδυναμία.

Και η αδυναμία δεν είναι κακό πράγμα. Αντιθέτως, είναι ακριβώς αυτό που στοχεύουμε να δουλέψουμε για να ανεβάσουμε ένα επίπεδο παραπάνω τον εαυτό μας. Και πολλές φορές δεν γνωρίζουμε τι αδυναμίες έχουμε μέχρι να βρεθεί η συνθήκη εκείνη που να την ξεβγάλει ή το πόσο βαθιές και ριζωμένες είναι μέσα μας, είτε πόσο και γιατί τις αφήναμε να μας καθοδηγούν στη ζωή.

Η δυστυχία μπορεί να αποφευχθεί, διότι δεν έχει τόση ουσία όσο νομίζουμε το τι παθαίνουμε όσο το πώς το διαχειριζόμαστε, όσο ήπιο, όσο σοβαρό και αν είναι.

Ας μπούμε στη σπηλιά του φόβου μας, της ανησυχίας μας, του πόνου μας, γιατί εκεί κρύβεται και ο θησαυρός που όλοι ψάχνουμε. Μόνοι μας ούτως ή άλλως τον ανακαλύπτουμε.

Θα χρειαστεί να μιλήσω σε κάποιον ειδικό;

Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που επισημαίνει ότι από ένα σημείο και μετά χρειαζόμαστε μια επαγγελματική βοήθεια. Συνήθως, παρατηρούμε ότι έρχονται τα άτομα στο γραφείο του ψυχολόγου όταν μια κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. ΄Ομως, όσο πιο εγκαίρως λάβουμε την βοήθεια που χρειαζόμαστε, τόσο πιο πετυχημένα θα το διαχειριστούμε, δίχως να βασανίζουμε τους εαυτούς μας και να φθείρουμε την ψυχή μας και το μυαλό μας.

Ωστόσο, εάν δυσκολεύεστε να αντεπεξέλθετε, εάν αισθάνεστε ότι βρίσκεστε σε αδιέξοδο που σας προκαλεί μια δυσφορία και επηρεάζει τη λειτουργικότητά σας στην καθημερινότητα, είναι σημαντικό να εμπιστευτείτε το θέμα σας σε έναν ειδικό ψυχικής υγείας.

Εάν επίσης αντιλαμβάνεστε να αλλάζει η συμπεριφορά σας και να γίνεστε ευάλωτος μην αφήνετε το πρόβλημα να παγιώνεται. Από τη στιγμή που υπάρχει διαθέσιμη βοήθεια, μιλήστε. Επενδύστε στον εαυτό σας, ακόμη και αν πονάει αυτή η διαδικασία.

Μη ξεχνάμε, η ηδονή έρχεται μέσα από την οδύνη. Μερικές φορές είναι δύσβατος ο δρόμος προς την απελευθέρωση, αλλά και αλλιώς πως θα είχε αξία;

 

Από την ψυχολόγο Παναγιώτα Ντελιοπούλου

Προηγούμενο άρθροΗ επιρροή του πολέμου στην συναισθηματική μας κατάσταση
Επόμενο άρθροΥπερβολική δοτικότητα