Το άγχος είναι ένα αίσθημα νευρικότητας, ανησυχίας ή φόβου που συνήθως αποτελεί συνέπεια μιας αντιλαμβανόμενης μελλοντικής απειλής. Το επίθετο υπαρξιακό δηλώνει τη συνάφεια με τις βασικές και αναπόφευκτες πραγματικότητες της ανθρώπινης ζωής.

Πέντε βασικές πηγές του υπαρξιακού άγχους:

Το υπαρξιακό άγχος είναι το άγχος που αφορά μία ή περισσότερες από αυτές τις πραγματικότητες.

Η έρευνα στην ψυχολογία έστρεψε πρόσφατα την προσοχή της στη φύση και στις συνέπειες του υπαρξιακού άγχους, με αποτέλεσμα την ανάδυση ενός επιμέρους τομέα που ονομάζεται πειραματική υπαρξιακή ψυχολογία και εστιάζει στις πέντε βασικές πηγές του υπαρξιακού άγχους: τον θάνατο, την έλλειψη σκοπού, την αβεβαιότητα της ταυτότητας, την απομόνωση και την ελευθερία.

Ο θάνατος ως βασική πηγή υπαρξιακού άγχους

Η γνώση ότι ο άνθρωπος αναπόφευκτα θα πεθάνει συγκρούεται με την ανθρώπινη επιθυμία για διαρκή ζωή και για όλα όσα αυτή προσφέρει.

Έχουν αναπτυχθεί ποικίλα εργαλεία αυτοαναφοράς για να μητρήσουν το άγχος του θανάτου.

Η θεωρία διαχείρισης του τρόμου υποστηρίζει ότι το άτομο διαχειρίζεται το ενδεχόμενο του άγχους που προκαλεί η επίγνωση της θνητότητας ενστερνιζόμενο μια πολιτισμική αντίληψη της πραγματικότητας, η πολιτισμική κοσμοθεωρία, η οποία του επιτρέπει να πιστεύει ότι αποτελεί για πάντα ένα σημαντικό μέλος ενός ουσιώδους σύμπαντος, και όχι ένα υλικό ζώο που η μοίρα του είναι να εξαφανιστεί εντελώς με τον θάνατο.

Τα ευρήματα πολλών πειραματικών ερευνών στηρίζουν τη θεωρία αυτή, δείχνοντας ότι οι υπομνήσεις της θνητότητας ενισχύουν την πίστη των ατόμων στην πολιτισμική κοσμοθεωρία τους και την πεποίθηση ότι αποτελούν διαρκείς σημαντικούς παράγοντες του κόσμου.

Οι υπομνήσεις της θνητότητας φαίνεται επίσης να αυξάνουν τη γοητεία ιδεολογιών και ηγετών που προωθούν το δίκαιο της ομάδας αναφοράς και την επιδίωξη της ηρωικής επικράτησης πάνω στις άλλες ομάδες που θεωρούνται κακές.

Το νόημα στη ζωή μας

Δεδομένου ότι όλα τα όντα τελικά πεθαίνουν, ότι η αντίληψή μας για το σύμπαν είναι περιορισμένη και ότι οι πολιτισμοί έχουν πολύ διαφορετικές ιδέες για τη φύση και τους σκοπούς της ανθρώπινης ύπαρξης, τίθεται το ερώτημα πώς μπορούμε να διατηρήσουμε το νόημα στη ζωή μας. Το νόημα γενικά παρέχεται στους ανθρώπους κατά τη διάρκεια της κοινωνικοποίησής τους από τους γονείς, τους δασκάλους, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τους θρησκευτικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς.

Ωστόσο η γνώση της ύπαρξης εναλλακτικών απόψεων για τα νοήματα της ζωής, καθώς και απρόσμενα γεγονότα της ζωής συχνά θέτουν υπό αμφισβήτηση τις πεποιθήσεις μας για το τι είναι σημαντικό.

Όταν προκύπτουν τέτοιες αμφισβητήσεις, είναι πιθανό να δημιουργηθεί άγχος. Οι άνθρωποι συχνά κινητοποιούνται να μειώσουν αυτό το άγχος είτε επιβεβαιώνοντας την εγκυρότητα των δικών τους συστημάτων νοήματος είτε αναζητώντας νέα συστήματα νοήματος (π.χ. ασπαζόμενοι μια νέα θρησκεία ή μόδα).

Αβεβαιότητα ταυτότητας

Όλοι θέλουμε να έχουμε μια σαφή ταυτότητα, να γνωρίζουμε ποιοι είμαστε. Πέρα από το να μας παρέχουν μια ουσιαστική αντίληψη του κόσμου, οι πολιτισμοί μάς δίνουν ονόματα, ρόλους και ομαδικές ταυτότητες που μας επιτρέπουν να συγκροτήσουμε μια προσωπική ταυτότητα.

Ο Erik Erikson υποστήριξε ότι για τα περισσότερα άτομα η εφηβεία είναι η βασική περίοδος ανάπτυξης μιας σαφούς αίσθησης της ταυτότητας. Δεδομένου όμως ότι οι περισσότερες, αν όχι όλες οι πεποιθήσεις για τον εαυτό μας προέρχονται από τους άλλους ανθρώπους και μπορεί να αποτύχουμε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες που σχετίζονται με την επιθυμητή μας ταυτότητα, δεν αποκλείεται σε διαφορετικές στιγμές κατά τη διάρκεια της ζωής μας να νιώσουμε αβέβαιοι για κάποιες πτυχές της ταυτότητάς μας.

Αυτή η προσωπική αβεβαιότητα μπορεί να προκαλέσει σημαντικό άγχος. Επιχειρώντας να μειώσουν αυτό το άγχος, οι άνθρωποι συχνά προσκολλώνται περισσότερο και αυστηρότερα στις πεποιθήσεις που τρέφουν για τον εαυτό τους. Από την άλλη ωστόσο μπορεί να αναζητήσουν νέους δεσμούς, σχέσεις και επάγγελμα, προκειμένου να διαμορφώσουν μια πιο σταθερή αίσθηση του ποιοι είναι.

Βάσει του ότι είμαστε θηλαστικά και τείνουμε στην ομαδική ζωή, πολλοί θεωρητικοί υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από δεσμούς και εγγύτητα, αίσθηση του ανήκειν σε μια ομάδα, καθώς και προσκόλληση ή σύνδεση με άλλα άτομα.

Απομόνωση και υπαρξιακό άγχος

Όλοι όμως βιώνουμε εσωτερικές υποκειμενικές εμπειρίες τις οποίες δεν μπορούμε να μοιραστούμε με τους άλλους. Μπορούμε να αγγίξουμε το δέρμα του άλλου και να προσπαθήσουμε να μεταφέρουμε τις εσωτερικές μας εμπειρίες μέσω λέξεων, εκφράσεων του προσώπου και της γλώσσας του σώματος, αλλά ποτέ δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πλήρως και με ακρίβεια τις συνειδητές εμπειρίες του άλλου, ούτε μπορεί κανείς να γνωρίζει τις δικές μας.

Έτσι, ό,τι κι αν κάνουμε, υπάρχει πάντα ένα χάσμα μεταξύ του εαυτού μας και των άλλων, και αυτή η συνειδητοποίηση μπορεί να προκαλέσει αισθήματα μοναξιάς και απομόνωσης που γεννούν άγχος.

Η έρευνα ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι προσπαθούν να διαχειριστούν αυτά τα αισθήματα αναζητώντας την εγγύτητα στις στενές σχέσεις και διατηρώντας διαπροσωπικούς δεσμούς και ομαδικές ταυτότητες που τους βοηθούν να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως μέρος ενός ευρύτερου όλου παρά ως έναν απομονωμένο οργανισμό.

Ένας αποτελεσματικός τρόπος να αισθανόμαστε λιγότερο απομονωμένοι είναι η ανάπτυξη μιας σχέσης με κάποιον ο οποίος φαίνεται να έχει παρόμοια υποκειμενική εμπειρία της πραγματικότητας με τη δική μας, μια διαδικασία που είναι γνωστή ως μοίρασμα του Εγώ.

Ελευθερία και υπαρξιακό άγχος

Συνήθως αντιλαμβανόμαστε την ελευθερία ως κάτι καλό. Εντούτοις οι Otto Rank, Erich Fromm και άλλοι θεωρητικοί επισημαίνουν ότι η ελευθερία είναι δυνατόν να προσφέρει στους ανθρώπους τόσο πολλές πιθανές επιλογές ώστε να βουλιάξουν στην αβεβαιότητα και την αναποφασιστικότητα.

Εξάλλου η ελευθερία συνεπάγεται ένα μεγάλο βάρος ευθύνης για τις ενέργειες κάποιου και ενδεχομένως προκαλεί ενοχή, ντροπή και λύπη. Έτσι οι άνθρωποι συχνά βιώνουν άγχος σχετικά με την ελευθερία τους.

Γι’ αυτό στρέφονται σε ανθρώπους του στενού περιβάλλοντός τους, ηγέτες και κοινωνικούς θεσμούς προκειμένου να λάβουν εκείνοι αποφάσεις για τους ίδιους, θυσιάζοντας έτσι την ελευθερία τους για να μειώσουν την αβεβαιότητα, το άγχος και τα συναισθήματα ενοχής, ντροπής και λύπης.

Υπαρξιακό άγχος και υπαρξιακή ψυχοθεραπεία

Το υπαρξιακό άγχος που δημιουργείται από αυτές τις πέντε υπαρξιακές ανησυχίες μπορεί να τροφοσοτήσει την προσωπική ανάπτυξη ή να οδηγήσει σε δυσπροσαρμοστικές άμυνες και σε προβλήματα ψυχικής υγείας.

Η υπαρξιακή ψυχοθεραπεία, προσέγγιση η οποία συνοψίζεται από τον Irvin Yalom,  επικεντρώνεται στην υποστήριξη των ατόμων των οποίων τα προβλήματα φαίνονται να απορρέουν από το υπαρξιακό άγχος. Ο Yalom υποστήριξε ότι αυτές οι υπαρξιακές ανησυχίες προκαλούν άγχος όταν οι τρόποι αντιμετώπισής τους είναι ανεπαρκείς.

Το άγχος με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε πρόσθετες δυσπροσαρμοστικές στατηγικές ή άμυνες διαχείρισης.

Η υπαρξιακή ψυχοθεραπεία εστιάζει στην υποστήριξη των ατόμων έτσι ώστε να εγκαταλείψουν αυτές τις δυσπροσαρμοστικές άμυνες και να αναπτύξουν πιο ωφέλιμους τρόπους αντιμετώπισης των υπαρξιακών τους ανησυχιών. Οι τρόποι αυτοί είναι σχεδιασμένοι να εξαλείφουν τα εμπόδια προς την αποτελσματική λειτουργία και την άντληση ικανοποίησης από τη ζωή.

 

 

απόσπασμα από το Λεξικό Ψυχολογίας του Cambridge

Προηγούμενο άρθροΑνάγκη για γλυκά!
Επόμενο άρθροΈκρηξη θυμού