Είμαι σίγουρη ότι κάποια στιγμή στη ζωή σου εμφάνισες έναν σωματικό πόνο έτσι στα ξαφνικά ή κάποιος πόνος που ήδη είχες, άρχισε να εντείνεται. Επίσης, είμαι σίγουρη ότι πήρες σβάρνα όλες τις ειδικότητες γιατρού που υπήρχαν για να δεις τι είναι αυτό που το σώμα σου εμφάνισε.
Δυστυχώς ή ευτυχώς για εσένα κανένας γιατρός δεν μπόρεσε να βρει οργανική αιτία γι’ αυτό το φοβερό και τρομερό σύμπτωμα. «Δυστυχώς» γιατί πίστευες ότι υπάρχει κάποια αιτία και όταν ακούς πως δεν υπάρχει οργανική, δημιουργείται αγωνία για το τι μπορεί να είναι. «Ευτυχώς» γιατί δεν έχεις κάποιο ιατρικό ζήτημα.
Και τελικά ακούς όλους τους γιατρούς να λένε «είναι ψυχολογικό», και αναρωτιέσαι μα πως; αφού πονάω. Το σώμα μου πονάει. Το νιώθω. Δεν γίνεται να είναι ψυχολογικό. Εγώ δεν έχω άγχος. Είμαι καλά. Αυτό δεν γίνεται.
Και θα έρθω εγώ να σου πω ότι Κι όμως, γίνεται.
Αρχικά, θα ήθελα να κάνουμε διάκριση μεταξύ των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων και της σωματοποίησης καθώς μιλάμε για δυο διαφορετικά πράγματα.
Όταν μιλάμε για ψυχοσωματικά συμπτώματα αναφερόμαστε σε ένα σύμπτωμα, μια παθολογική κατάσταση (π.χ. πόνος), η οποία επιδεινώνεται από ψυχολογικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, όταν έχουμε μια ευαισθησία γενικότερα στη μέση μας, όταν ψυχολογικά δεν είμαστε καλά, πιεζόμαστε, δεν εκφραζόμαστε, αγχωνόμαστε, στενοχωριόμαστε, αυτό μπορεί να εμφανίσει πόνο στην ήδη ευαίσθητη από πριν περιοχή. Σε αυτή την περίπτωση λέμε ότι ο πόνος είναι ψυχοσωματικός. Γιατί ήδη υπήρχε πόνος αλλά όχι σε τόση ένταση.
Και ποια η διαφορά με τη σωματοποίηση;
Η σωματοποίηση, ωστόσο, διαφέρει λίγο. Σε αυτή την περίπτωση δεν έχουμε από πριν κάποιον πόνο, κάποια ενόχληση και αυτή εμφανίζεται όταν βιώνουμε κάποια έντονη συναισθηματική δυσφορία.
Με άλλα λόγια, τα έντονα και δυσάρεστα συναισθήματα που βιώνουμε διοχετεύονται μέσα από σωματικές ενοχλήσεις (π.χ. σε μια περίοδο πένθους μπορεί να εμφανίσουμε πόνο σε διάφορα μέρη του σώματος, αλλεργίες, σπυράκια τα οποία οφείλονται στην έντονη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε και σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει οργανικό πρόβλημα).
“Το σώμα μας κάνει τη δική του επανάσταση και το μέσο που χρησιμοποιεί για να διαμαρτυρηθεί είναι η γλώσσα της ασθένειας. Μια γλώσσα που δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβουμε όσο δεν γνωρίζουμε ότι αρνούμαστε τα αληθινά συναισθήματά μας” (Alice Miller: Το σώμα δεν ψεύδεται ποτέ)
Βέβαια, έχουμε και τις αντιδράσεις μετατροπής. Τι είναι αυτές; αυτές εμφανίζονται σε σε λίγο πιο «ακραίες» περιπτώσεις και δεν είναι τόσο συχνές. Είναι, λοιπόν, ένα σύνολο συμπτωμάτων όπως: απώλεια όρασης (τύφλωση), ομιλίας (αφωνία) ή της ακοής (κώφωση) και διάφορες μορφές μυϊκής παράλυσης.
Οι αντιδράσεις μετατροπής θεωρείται ότι αποτελούν πρώιμες αντιδράσεις σε συναισθηματικές συγκρούσεις και έχουν νόημα από την άποψη ότι ο στόχος τους είναι η επίλυση των συγκρούσεων. Πιο απλά οι εσωτερικές μας συγκρούσεις όταν είναι έντονες μπορεί να βγουν στην επιφάνεια με τα παραπάνω συμπτώματα.
Επομένως, παρατηρούμε πως η «ασθένεια» που εμφανίζουμε αποτελεί έκφραση των συναισθηματικών αναγκών μας. Όλα όσα αποφεύγαμε να ονοματίσουμε, να αντιμετωπίσουμε, να μιλήσουμε γι’ αυτά έρχονται και μας προκαλούν με το σώμα μας λέγοντας μας «κοίτα, δεν θα μου ξεφύγεις τόσο εύκολα».
Έχει βρεθεί ότι το πολιτιστικό μας υπόβαθρο, η ανατροφή μας, οι καθημερινές μας συνήθειες αλλά και η προσωπικότητά μας Μπορούν να μετατρέψουν την ασθένεια ως μια διέξοδο, μέσα από την οποία διοχετεύεται η ψυχολογική δυσφορία.
Γιατί κάποιοι εμφανίζουν ψυχοσωματικά συμπτώματα και κάποιοι όχι;
Ο κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός και αναπτύσει τις δικές του στρατηγικές ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στις δύσκολες καταστάσεις. Ωστόσο, κατά κύριο λόγο έχουμε δυο στυλ αντιμετώπισης των στρεσογόνων καταστάσεων. Ο κάθε άνθρωπος τείνει να υιοθετεί έναν από τους δύο σύμφωνα με πολλούς παράγοντες όπως η προσωπικότητα του, η ανατροφή κ.α.
Από τη μια πλευρά, λοιπόν, έχουμε την ενεργητική αντιμετώπιση. Το άτομο που έχει ενεργητικό στυλ αντιμετώπισης έρχεται σε επαφή με τον εσωτερικό του κόσμο. Δεν προσπερνά αυτά που νιώθει. Τα κοιτάζει κατάματα. Τα ονοματίζει και τα αγκαλιάζει.
Παραδέχεται ότι νιώθει άγχος, θυμό, θλίψη κλπ και μιλάει γι’ αυτά μπροστά στους σημαντικούς του ανθρώπους. Αντιλαμβάνεται ότι το να αποκρύψει ή να μεταμφιέσει τα όσα αισθάνεται θα οδηγήσει σε διόγκωση των ήδη υπαρχόντων συναισθημάτων. Έτσι, επιλέγει να τα αντιμετωπίσει, να ζητήσει βοήθεια, να κάνει πράγματα για τον εαυτό του.
Υπάρχει, όμως, και ένα άλλο στυλ αντιμετώπισης, το οποίο δυστυχώς υιοθετούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Η αποφυγή/απώθηση ή το παθητικό στυλ αντιμετώπισης. Σε αυτή την περίπτωση, το άτομο αποφεύγει με κάθε τρόπο τα συναισθήματά του. Μόλις καταλάβει ότι νιώθει μια δυσφορία θα κάνει κατευθείαν κάτι άλλο για να ξεχαστεί.
Πολλές φορές μπορεί να σκεφτεί «δεν θα έπρεπε να νιώθω έτσι» άρα τι κάνει; υποβαθμίζει αυτό που νιώθει και το ρίχνει σε εκείνο το καλάθι που ρίχνει και όλα τα υπόλοιπα συναισθήματα που φοβάται να αντιμετωπίσει ή «δεν θα έπρεπε» να νιώθει. Πόσο να αντέξει όμως και αυτό το καλάθι; άμα βάζεις συνέχεια και δεν βγάζεις ποτέ κάποια στιγμή θα γεμίσει τόσο πολύ που πλέον δεν θα χωράει τίποτα. Ούτε το πιο μικρό.
Στην αποφυγή το άτομο μπορεί να ντρέπεται γι’ αυτά που νιώθει και αυτό να το κάνει να μη θέλει να μιλήσει γιατί σκέφτεται τι θα νομίζουν οι άλλοι. Μπορεί να φτάσει και σε ένα σημείο που έχει εξασκηθεί τόσο καλά στο να τα καταχωνιάζει που πλέον να μην συνειδητοποιεί καν ότι είναι αγχωμένο, στενοχωρημένο, ότι αυτό που έγινε το πείραξε κλπ.
Έτσι, λοιπόν, έρχεται μια μέρα που όλα αυτά που μέχρι τώρα καταχώνιαζε με αριστοτεχνία, κάνουν την εμφάνισή τους με έναν τρόπο που ποτέ ίσως δεν φανταζόταν το άτομο. Με ένα σωματικό σύμπτωμα, με μια ασθένεια, με το σώμα να φωνάζει τέλοσπάντων.
Έτσι λοιπόν, μπορούμε τώρα να καταλάβουμε και να συνειδητοποιήσουμε ότι η άποψη ότι ασθένεια είναι ένα αμιγώς σωματικό ή ένα αμιγώς ψυχολογικό ζήτημα ΔΕΝ ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
«10 έως 30% ασθενών δεν μπορεί να βρεθεί κάποια οργανική βάση που να στηρίζεται η αιτιολογία του παρουσιαζόμενου προβλήματος»
Πως μπορούμε να προσδιορίσουμε εάν υιοθετούμε μια ψυχολογική ή μια βιολογική ερμηνεία της κατάστασης;
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε εάν εστιάζουμε περισσότερο στο συναίσθημα ή στο σύμπτωμα που εμφανίζουμε μπορούμε να κάνουμε στον εαυτό μας τις παρακάτω τρεις ερωτήσεις:
- Που εστιάζουμε την προσοχή μας; (συναίσθημα/πρόβλημα)
- Πως ερμηνεύουμε όλα όσα αισθανόμαστε;
- Τι εξήγηση δίνουμε για την δυσφορία μας;
Αυτό που βλέπουμε είναι ότι η πλειονότητα των ανθρώπων βρίσκεται μεταξύ σωματικού και συναισθηματικού τρόπου έκφρασης της δυσφορίας.
Το πιο σύνηθες παράδειγμα είναι ότι είναι πιθανό να νιώθουμε δυσφορία αλλά να ΜΗΝ μπορούμε να βρούμε τις κατάλληλες λέξεις να τις εκφράσουμε. Με αποτέλεσμα να καταπιεζόμαστε, να απωθούμε ή/και να αρνούμαστε τις ψυχολογικές μας εμπειρίες και αυτό έχει ως συνέπεια να τις αποκρύπτουμε και από τους σημαντικούς μας ανθρώπους.
«ΠΡΟΣΟΧΗ!! Δεν σημαίνει ότι τα συμπτώματα δεν είναι πραγματικά, ΑΛΛΑ φαίνεται ότι η ψυχολογία και οι ψυχολογικές διεργασίες και τα προβλήματα έχουν την δύναμη να αλληλεπιδρούν με τα σωματικά, με αποτέλεσμα να υπάρχει επιδείνωση είτε των ψυχολογικών είτε των σωματικών»
Πως αντιδρά το άτομο όταν ακούει ότι τα συμπτώματά σου οφείλονται σε ψυχολογικούς λόγους;
Η αλήθεια είναι ότι λίγοι αντιδρούν θετικά στο άκουσμα ότι ο πόνος τους δεν οφείλεται σε οργανική αιτία αλλά η ψυχολογική τους κατάσταση είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση του. Συνήθως οι αντιδράσεις που παρατηρούνται είναι σοκ, σάστισμα, ενόχληση, απόρριψη, απελπισία, θυμός.
Επίσης, είναι πολύ πιθανόν να νομίζουν ότι ο γιατρός που πήγανε δεν ήταν αρκετά καλός ώστε να βρει αυτό που πραγματικά έχει το άτομο, απευθύνονται σε όλες τις ειδικότητες και αλλάζουν γιατρούς συνέχεια μέχρι να βρουν τον «σωστό» που θα τους βρει αυτό που πιστεύουν ότι έχουν.
Πως μπορώ να υιοθετήσω έναν ενεργητικό στυλ αντιμετώπισης και να μειώσω τις πιθανότητες να σωματοποιήσω;
Αναγνώριση συναισθημάτων. Το πρώτο που πρέπει να κάνεις, είναι να αναγνωρίσεις και να συνειδητοποιήσεις ότι βιώνεις κάποια δύσκολα συναισθήματα. Να τα κατονομάσεις. Πολλές φορές είναι δύσκολο. Για παράδειγμα, μπορεί να έχεις μια μετακόμιση την οποία περίμενες για καιρό. Το γεγονός ότι θέλεις να μετακομίσεις και χαίρεσαι γι’ αυτό, δεν σημαίνει ότι δεν αγχώνεσαι.
Αν δεν αναγνωρίσεις αυτό το άγχος που είναι απόλυτα φυσιολογικό να συμβαίνει και το αγνοήσεις μαζί με άλλα που πιθανως αγνόησες στο παρελθόν είναι πολύ πιθανό να σωματοποιηθεί. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί γιατί υπάρχουν και πιο ύπουλα συναισθήματα, πιο δύσκολα προς αναγνώριση.
Έκφραση συναισθημάτων. Το επόμενο βήμα είναι να εξωτερικεύσεις οτιδήποτε νιώθεις και να μην τα κρατάς μέσα σου. Οτιδήποτε καταπιέζεται κάποια στιγμή θα βγει στην επιφάνεια και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τον τρόπο που θα βγει. Μπορεί να βγει με ένα σπυράκι μέχρι μια σοβαρή ή απειλητική για τη ζωή ασθένεια. Μπορείς να τα εκφράσεις σε ένα δικό σου άτομο που εμπιστεύεσαι και ξέρεις καλά ότι δεν θα σε κρίνει. Μπορείς να τα εκφράσεις γραπτά μέσα από ένα ημερολόγιο.
Επίσκεψη σε κάποιον ειδικό. Αν δεις ότι δυσκολεύεσαι στο να τα αναγνωρίσεις. Δεν ξέρεις τον τρόπο. Μπερδεύεσαι. Δεν έχεις κάποιον που να νιώθεις άνετα να μιλήσεις γι’ αυτά που νιώθεις, τότε θα ήταν καλό να επισκεφτείς έναν ειδικό που μέσα από διάφορες τεχνικές θα σε βοηθήσει να βρεις το δικό σου τρόπο να αναγνωρίσεις οτιδήποτε σε απασχολεί και να το αντιμετωπίσεις. Εκεί δεν χρειάζεται να ντραπείς και να σκεφτείς τι μπορεί να νομίζει για εσένα γιατί ο ρόλος του ειδικού δεν είναι να σε κρίνει και να σου πει αν νιώθεις σωστά ή όχι αλλά να σε βοηθήσει να το αντιμετωπίσεις.
Κάνε πράγματα για εσένα. Βρες πράγματα που σε κάνουν να εκτονώνεις την ένταση που έχεις μέσα σου και βάλτα στην καθημερινότητά σου. Γυμναστική. Διατροφή. Καλή παρέα. Βόλτα. Ταξίδια. Οτιδήποτε σε κάνει να χαλαρώνεις και να διοχετεύεις τα συναισθήματα σου και να μην τα κρατάς μέσα σου.
Γιατί μη ξεχνάς: όταν δεν μιλάει το στόμα, μιλάει το σώμα.
Εύχομαι να βρήκες το άρθρο μου χρήσιμο.
Σε ευχαριστώ πολύ που βρίσκεσαι εδώ και διάβασες μέχρι αυτή την τελευταία γραμμή. Δεν το θεωρώ καθόλου αυτονόητο.
Από την ψυχολόγο Πηνελόπη Μελίδου