Υπάρχουν τρεις τύποι ερωτικού δεσμού: οι δυνατοί, οι μέσοι και οι αδύνατοι δεσμοί.
Οι δυνατοί δεσμοί είναι εκείνοι που δημιουργούνται κατά την διάρκεια της παιδικής ηλικίας ανάμεσα στα παιδιά και στους γονείς, ανάμεσα στα αδέρφια. Οι δυνατοί δεσμοί είναι αποκλειστικοί. Κανείς δεν μπορεί να πάρει την θέση της μητέρας, του πατέρα η του παιδιού μας. Οι δυνατοί δεσμοί αντέχουν στην αλλαγή του χαρακτήρα, στην αλλαγή της μορφής. Το παιδί συνεχίζει να αγαπά την μάνα του ακόμη και όταν έχει γεράσει, έχει ασκημύνει, έχει αρρωστήσει. Η μάνα και ο πατέρας συνεχίζουν να αγαπούν το παιδί τους ακόμα και αν γίνει εγκληματίας η ναρκομανής, ακόμα και αν παραμορφωθεί από κάποια αρρώστια.
Η μοναδική δύναμη που είναι ικανή να κρατήσει ένα δεσμό δυνατό (εκτός από την παιδική ηλικία, εκτός από τους οικογενειακούς δεσμούς) είναι ο αμοιβαίος έρωτας. Δύο άτομα, ενώ δεν γνωρίζονται καθόλου, ερωτεύονται ο ένας τον άλλον και τότε γίνονται απαραίτητοι ο ένας για τον άλλον – όπως το παιδί για τους γονείς. Αυτό είναι ένα φαινόμενο συγκλονιστικό.
Οι μέσοι δεσμοί είναι αυτοί που δημιουργούνται ανάμεσα σε στενούς φίλους: εκείνους στους οποίους εκμυστηρευόμαστε τα πάντα, εκείνους τους οποίους εμπιστευόμαστε. Η φιλία είναι ελεύθερη, χωρίς συμφέρον, δεν έχει ζήλιες ούτε ζηλοφθονίες – που μερικές φορές τις συναντούμε ακόμα και ανάμεσα στα αδέρφια.
Όμως και η πιό δυνατή φιλία μπορεί να είναι ευάλωτη. Αν ο φίλος μας ξεγελάσει, μας προδώσει, κάτι σπάζει για πάντα. Μπορούμε ίσως να τον συγχωρήσουμε, αλλά η σχέση μας δεν θα ξαναγίνει φωτεινή όπως πριν. Αν μαλώσουμε με την μητέρα η τον πατέρα μας, η και με τον αδερφό μας, ο δεσμός αντέχει στη δοκιμασία. Μετά από λίγο καιρό όλα ξεχνιούνται. Με τους φίλους δεν είναι το ίδιο. Μια βίαιη σύγκρουση, βρισιές, απειλές, προσβολές – αυτά προκαλούν τέτοια βλάβη, που δύσκολα επανορθώνεται.
Είναι δυνατόν να προτιμήσουμε κάποιο φίλο από τον αδερφό, να τον εμπιστευτούμε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Εντούτοις, η φιλία παραμένει ένας δεσμός δεύτερου τύπου. Είναι ευάλωτη στις ηθικές προσβολές και όταν σπάζει, σπάζει για πάντα.
Τέλος έχουμε τούς αδύναμους δεσμούς. Πρόκειται για τους δεσμούς που δημιουργούμε με τους συναδέλφους στη δουλειά μας, με τους γείτονες, με τους φίλους των διακοπών. Πολλές μορφές ερωτικής έλξης, ακόμα και έντονης, δημιουργούν αδύνατους δεσμούς. Ένα άτομο μπορεί να μας αρέσει, μπορεί να το επιθυμούμε τρελά, αλλά μια άκομψη κουβέντα, μια χειρονομία χυδαία η και περιφρονητική φτάνουν για να μας κόψουν τη διάθεση να είμαστε μαζί. Είναι αρκετές οι φορές που μόλις ολοκληρώσουμε την σεξουαλική πράξη, θέλουμε κιόλας να βρεθούμε μακριά.
Αδύνατος δεσμός όμως δεν σημαίνει ότι ξεχνούμε αυτήν την σχέση. Αντίθετα μάλιστα, μπορεί και να την θυμόμαστε με ευχαρίστηση σε όλη μας την ζωή. Μερικές ερωτικές εμπειρίες μας μένουν χαραγμένες με τρόπο ανεξίτηλο. Θυμόμαστε εκείνο το βλέμμα της αμοιβαίας κατανόησης, την επιθυμία, την ξέφρενη επαφή που είχαν τα κορμιά μας. Θυμόμαστε με κάποια δόση νοσταλγίας εκείνο που θα μπορούσε να είχε γεννηθεί.
Ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που έκαναν έρωτα, παραμένει συχνά ένας λεπτός δεσμός εμπιστοσύνης και αλληλοεξομολόγησης – ίσως και κάποια συνενοχή, που μοιάζει με φιλία. Χαρακτηρίζοντας αυτούς τους δεσμούς αδύνατους, εννοούμε μόνο ότι δεν νιώθουμε την ανάγκη να είμαστε μαζί με εκείνους τους ανθρώπους, ότι δεν νιώθουμε την απουσία τους. Ότι δεν αποτελούμε με εκείνους ένα σύνολο συμπαγές, ένα ” εμείς ” στέρεο, δεμένο με την ίδια πίστη, με την ίδια αγάπη, με το ίδιο καθήκον, με τον ίδιο προορισμό.